η ξένηΔε θα ξεχάσω ποτέ εκείνη την ξένη,ντυνότανε απ’ την αυγή έως το βράδυ ντυνότανεμε σκοτεινά φεγγαρόφωτα ρούχα ως τα μαλλιά της κάτωυπέφερε απ’ το βάρος τουςΑλλά της είχε πει, τι βελουδένια νερά που είναιτα μαλλιά σου, δεν το ξεχνούσεΤελειώνοντας αργά το βράδυ,ξετύλιγε το ρίγος του τρόμου της στους ώμουςκαι κατεβαίνονταςστεκόταν ακίνητη ως το πρωίκοιτάζοντας το πορτρέτο του στη σκάλα