Δεν είχα όνομα, ενδιαίτημακαρπούςμια λέξη να με ορίσει πράγματα γύρω μουΚι έβλεπα μέσα στη δίνη άγνωστης παρουσίαςένα δέντρο μονάχο ιώβειας θλίψηςκι ένα σκοτάδι να δροσίζεται γύρω τουμια κεκαυμένη ζώνη παράξενηςψυχρότηταςόπου λιώνουν απ τον πάγο φωνέςόπως ακούς δίκαιο να ανοίγει«Είσαι η γη που πιάνει ρίζεςκαι πάνω της όλα ιδρύονται» ο προπομπός λάμψεων ανήκουστωνο φέρων την ελεημοσύνη στο χείλοςτην καρτερία στη σύνθλιψηο βλέπων με την αχρωματοψία του ερέβουςο ποιητής του ρίγους στα σκοτεινά σκηνώματα