«09:00 (άγουρο ξύπνημα, άνευ ονείρου)»:Όσο στέκομαι και την κοιτάζω δεν θα βγάλει άχναη παλιά, μισοτελειωμένη ζωγραφιά.Οι σκόρπιες μολυβιές, οι πολύχρωμες μουντζούρεςδε χαρίζουν εικόνα - μόνο πάνω, ψηλάκάτι σαν ουρανός απλώνεταιτην ώρα που κάτω, χαμηλά, κάτι σαν άνθρωπος ή σκύλοςπάει να ξεκινήσει.Απ' τον ορίζοντα - αν είναι - αχτίδες ή βέλη ρέουνστην ανοικτή παλάμη της γηςκαι γύρω τριγύρω στο σπίτι - αν είναι -χορεύει ο φαφούτης φράχτης μες στα αγριόχορτα.Ανοίγω την πόρτα χωρίς να ξέρω ποιος είναι ο δρόμοςκαι ποιος ο λαβύρινθος.(Από το βιβλίο)