ΓΕΝΕΘΛΙΑ Κάπνιζε πολλά τσιγάρα.θαρρείς ο καπνός της χάριζεεκείνο το ταξίδι που ποτέ δεν πήγε. Βάθυνε το δέρμα από τότε,γέμισε χαράδρεςαπόπου ακούγονταν οι λυγμοί αόρατων σκύλων.Πάντα μετρούσε την αμφιβολία.Τρία τσιγάρα, δύο ευρώ, πρώτη βάρδια, καθόλου ζωή.Σήμερα έχει γενέθλια,Μια λάμψη στην εργαζόμενη αδράνεια. Ξεχνιέται για λίγο η όρασηκι αυτό είναι μέγα θαύμαπριν γίνεις πάλιο γνωστός σου άγνωστος.