ΣΕ ΤΟΥΤΗ ΤΗ ΖΩΗΣκυφτό κοιτούσε πάντα προς τα κάτω,ευλαβικά Θεό και χώμα ευχαριστούσε.Τις ρίζες άπλωνε ακόμα και σε βράχομονάχα η αύρα του τον Ήλιο ακολουθούσε.Το άρωμά του το 'κλεβε ο αγέρας,όλη η πλάση ζαλιζόταν και μεθούσε.Το ζήλευε κι ο Πολικός Αστέραςνα κάμει ταίρι του Θεό παρακαλούσε.Τα σύννεφα ρωτούσαν το χορτάριπώς γίνεται ο σπόρος ένα βλαστάρι;Σε βράχο πώς φυτρώνει, πώς προβάλλει,πώς στέκεται ορθό σ' ένα ποδάρι;Μπροστά του όλη η φύσις απλωνότανμα κείνο ταπεινά και με σκυφτό κεφάλιμ' όλα τ' απλά και τα λιτά χαιρόταν.Σε τούτη τη ζωή δε θα ξανάνθιζε και πάλι