Τις πρώτες πρωινές ώρες, κοιτάζοντας το πρόσωπό του στον καθρέφτη, διέκρινε το ρήγμα που άφηνε επιφανώς η νύχτα. Η νύχτα που επισκίαζε πολλών τα πρόσωπα στα ισόβια δεσμά τους. Το νυχτέρι της σκέψης της αλλοφροσύνης. Το αυτόκλητο σχέδιο, ο μουχλιασμένος καμβάς των σηψαιμικών χρωμάτων, οι σπασμένοι ραπιδογράφοι που έσταζαν αυταπάτες. Το ακλόνητο αγκαθωτό σύρμα, οι συντεταγμένες της ζωής στα πρόθυρα θανάτου. Κάθε μέρα μια κίνηση, ενάμισι και πλέον βήμα εγγύτερα στην ουτοπία.