«ΟΙ ΑΝΥΠΟΠΤΟΙ»Αγαπώ το αστράκιπου στα μάτια σου μέσα κυλά,σκουπιδάκι οι άλλοι το βλέπουνκαι το φυσούν γλυκά,πονετικοί μα με δύστροπη αφήυψωμένοι στον υδράργυρο της ζωήςψηλαφώντας κυνήγια μεγάλα. Αγαπώ τους ανύποπτουςπου το πλατάγισμα της βροντήςσαν ψιχάλισμα ρυθμικό του αγέρα περνούνκαι ξυλάρμενοι κάποτε στα στενά της ζωήςσε παλάμη άδειατο αόρατο μεταξωτό τους μαντίλι κρατούνχωρισμένο σε χαλάσματα μύρια. Συμπονώ τους υψιπετείςστο σκληρό κατέβασμα της ζωήςσε αλίκτυπο κόλπο στρυφνόμε την κρήνη μαυρισμένο νερότη στιγμήπου απ τον μακάριο ύπνο τους ξυπνούνμε τη δίψα της αγάπης ιδρωμένο πυρσόμπρος στην παγερή σιωπή των Θεών.